Α
- άβαξ<α+βήσση=βάθος
- αγαθός<άγαν+θέω=λάμπω ή άγαμαι=θαυμάζω
- άγαλμα<αγάλλομαι =χαίρομαι
- αγανακτώ<άγαν+ενεγκείν (φέρω)
- αγαπάω<άγαν+αφάω=άπτομαι =αγγίζω
- αγαστός<άγαμαι=θαυμάζω
- αγγαρεύω<άγγαρος=έφιππος ταχυδρόμος
- αγγείο<άγγος=δοχείον
- αγελαίος<αγέλη=κοπάδι
- αγελάς<αγέλη=κοπάδι
- αγέλη<άγω=οδηγώ
- άγημα<άγω =οδηγώ
- άγιος<άγος=ευλάβεια, μίασμα
- αγκάλη<άγκος=κεκαμμένος βραχίων
- άγκυρα<αγκών
- αγλαΐα<αγλαός=λαμπρός
- αγνοώ<α+γιγνώσκω =γνωρίζω
- αγνός<άγος =ευλάβεια, μίασμα
- αγορά<αγείρω=συναθροίζω
- άγος<άζομαι=σέβομαι, φοβούμαι
- άγρα<άγω =οδηγώ
- άγριος<αγρός
- αγριωπός<άγριος+ωψ =όψη, πρόσωπο
- αγρός<άγω =οδηγώ
- αγύρτης<αγείρω=συναθροίζω
- αγχίαλος<άγχι+άλς =θάλασσα
- αγχόνη<άγχω=στραγγαλίζω
- αγωγή<άγω =οδηγώ
- αγωνία<άγω =οδηγώ
- αδαής<α+δαήναι=γιγνώσκειν, γιγνώσκω=γνωρίζω
- αδάμας<α+δαμάω=τιθασεύω
- αδελφός<α=αθροιστικό+δελφύς=κοιλιά
- άδης<α+ιδείν(ορώ=βλέπω)
- αδολεσχία<άδος(=κόρος)+λέσχη=συνομιλία
- αετός<αΐω=αντιλαμβάνομαι
- αήρ<άημι=φυσώ
- άθικτος<α+θιγγάνω=εγγίζω
- άθλιος<αέθλιος<άεθλον, άθλον=βραβείον
- αθρόος<α+θρόος=θόρυβος
- αθώος<α+θωή=ποινή
- αιγιαλός<αΐσσω (=ορμώ)+άλς =θάλασσα
- αιγίς<αίξ =γίδα
- αίθουσα<αίθω=αναφλέγω
- αιπόλος<αίξ+πολέω =περιφέρομαι
- αισθάνομαι<αΐω=ακούω
- αιχμάλωτος<αιχμή+αλωτός=δυνάμενος να συλληφθεί
- αιών<αιεί,αεί=πάντοτε
- ακάματος<κάμνω=κουράζομαι (α+κάμνω)
- ακέραιος<α+κεράννυμι =ανακατεύω
- ακραιφνής<ακέραιος+φαίνομαι
- ακριβής<άκρος+κρίνω
- ακταιωρός<ακτή+ούρος=φύλαξ
- ακτίς<άγω =οδηγώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου