Τί
εστίν αναγιγνώσκειν; Σήμερα το αποδίδομεν με το ρήμα "διαβάζω". Ποία
όμως η βαθυτέρα σημασία του αναγιγνώσκειν; Η προέλευσις του ρήματος
είναι εκ του "ανά" (=πάνω ή ξανά) και του "γιγνώσκειν" (γνωρίζειν). Η
εμπλοκή της γνώσεως λοιπόν δεν είναι τυχαία, αλλά ουσιαστική και
σχετικώτατη με το περιεχόμενον της εννοίας του ρήματος. Ως γνωστόν οι
αρχαίοι δεν διάβαζαν όπως εμείς σήμερα, δηλαδή σιωπηρώς
και κατά μόνας, αλλά κοινη και ηχηρώς.
Η ανάγνωσις, λοιπόν, είναι μια
πράξις κατανοήσεως, μια γνωστική διεργασία, και γίνεται δημοσία, και όχι
ιδία. Πρώτος ο Αριστοτέλης φημολογείται ότι απομονωνόταν για να διαβάση
και να μελετήση. Ως εκ τούτου εκαλείτο "αναγνώστης". Ενδεχομένως ο
φιλόσοφος αυτός να έκανε κάτι που να δικαιολογεί τον χαρακτηρισμόν
"αναγνώστης". Δεν ξέρουμε ακριβώς πώς θα μπορούσε να ερμηνευθεί η
ανάγνωσις: είναι μια διαδικασία ανοικτού χώρου ή (το "ανά" ίσως να έχει
αυτήν την χροιά) ή μια διαδικασία κλειστού χώρου;
Ένα πρώτο πράγμα που
μπορεί να ήτο η ανάγνωσις είναι μια ανοικτού χώρου διαδικασία μεταδόσεως
γνώσεων, γιατί διαβάζοντας μεταβιβάζεις γνώσεις σε όσους σε ακούουν.
Ένα δεύτερο είναι να πούμε ότι είναι μια διαδικασία κλειστού χώρου, στην
οποία εσύ ανα-συνθέτεις ή αλλιώς ανα-γνωρίζεις πίσω από τις λέξεις το
νόημα. Όταν δηλαδή διαβάζεις, ουσιαστικά "αναγνωρίζεις" την φωνητική
αξία κάθε γράμματος -κάθε λέξεως. Έτσι αναδρομικά ανασυνθέτεις έναν
δεδομένο κώδικα όταν και εφόσον αυτός χρειασθεί. Η ανάγνωσις ίσως είχε
να κάνει και με ένα περιορίσμένο κοινό που ήξερε να διαβάζει, δηλαδή να
αποκωδικοποιεί, να αναγνωρίζει την γραφή. Η γνώση της αναγνώσεως όπως
και η γνώση της γραφής δεν ήταν δεδομένη όπως σήμερα, αλλά ήταν και αυτή
μια αρετή. Πιο πιθανή θα έλεγα ότι είναι η εξήγηση ότι ανάγνωσις είναι
αναγνώρισις κάποιου κώδικος γραφής παρά δυνατότης μεταδόσεως γνώσεων σε
ένα κοινό. Δεν αποκλείεται αμφότερα να συνυπάρχουν στην έννοια της
αναγνώσεως.
Προσέτι δε θα ήθελα να συμπληρώσω εδώ ένα φιλοσοφικού τύπου σχόλιον. Τίθεται δε το δίλημμα: διαβάζει κανείς για να κατανοήση ή κατανοεί κανείς για να διαβάση; Φαίνεται τούτο το δίλημμα κάπως περίεργον, αλλά δεν είναι βεβαίως. Ομιλώντας για ανάγνωση, τονίσαμε την αναγκαιότητα ύπαρξης της γνώσης ήτοι της αναγνωρίσεως. Έστι δε μία γνωστική διαδικασία ως απεφάνθημεν η ανάγνωσις. Αυτή δε η ανάγνωσις δεν γίνεται στα τυφλά, αλλά στηρίζεται σε μία προτεραία θεμελιώδη γνώσι, σε μία βασική αρχή, που είναι η αντίληψις της ολότητος ήτοι ολιστική προσέγγισις κατά την ανάγνωσιν. Επί ταύτης της αρχής βασίζεται η Μορφολογική θεωρία, μια ψυχολογική θεωρία, που ειναι μια θεωρια του νου και του εγκεφαλου, και προτεινει ότι η επιχειρησιακη αρχη του εγκεφαλου ειναι ολιστικη, παραλληλα, και το αναλογικο, με αυτοπεποιθηση διοργανωση τασεις ή, οτι το συνολο ειναι διαφορετικο απο το αθροισμα των μερων του. Δεν χρειάζεται απαραιτήτως η γράμμα προς γράμμα γνώσις της λέξεως για να αναγνωσθεί επιτυχώς, για να αποκωδικοποιηθεί, αλλά η ολιστική εκμάθησις της λέξεως.
Ως εκ τούτου, η λέξις πχ θυμώνω δεν μανθάνεται πια εκ του θ- υ -μ -ώ -ν- ω καθ' έκαστα, αλλά δύναται και μόνον επί του θ, του μ και του ν να γίνει αντιληπτή και να ανα-γνωσθεί έτσι ορθώς η λέξις αυτή. Τούτο δε γίνεται σαφέστερον και ωφελιμώτερον επί των πασχοντων "λεκτικήν τύφλωσιν" ήτοι δυσλεξίαν, μιαν σύγχρονον μάστιγα εις την εκπαίδευσιν. Το δυσλεκτικόν παιδί καλούμενον να μάθει λ.χ. εις την Γραμματικήν τα ρήματα εις -ώνω, οιον δηλώνω, θυμώνω κοκ. αδυνατεί κατ' αυτόν τον τρόπον να τα μάθει, όπως τα άλλα παιδια. Έτσι, δεον να μάθει ουχί το μέρος αντί του όλου (πχ θυμώνω < θυμ - + -ώνω), αλλά το όλον αντί του μερους (π.χ.θυμώνω καθ' όλον). Και τουτο θα επιτευχθει με την κατασκευη ψευδορρηματων εις -ωνω (*σμπωνω, *τρωνω κοκ), ώστε βάσει αυτών θα αναγνωρισθούν επιτυχώς τα ρήματα εις -ώνω. Συνεπώς, χρειάζεται η γνώσις αυτή η γενική και η μέθοδος ώστε να αποφαινόμεθα ότι μιαν λέξιν την κατανοώ για να την διαβάσω και την διαβάζω για να την κατανοήσω.
Προσέτι δε θα ήθελα να συμπληρώσω εδώ ένα φιλοσοφικού τύπου σχόλιον. Τίθεται δε το δίλημμα: διαβάζει κανείς για να κατανοήση ή κατανοεί κανείς για να διαβάση; Φαίνεται τούτο το δίλημμα κάπως περίεργον, αλλά δεν είναι βεβαίως. Ομιλώντας για ανάγνωση, τονίσαμε την αναγκαιότητα ύπαρξης της γνώσης ήτοι της αναγνωρίσεως. Έστι δε μία γνωστική διαδικασία ως απεφάνθημεν η ανάγνωσις. Αυτή δε η ανάγνωσις δεν γίνεται στα τυφλά, αλλά στηρίζεται σε μία προτεραία θεμελιώδη γνώσι, σε μία βασική αρχή, που είναι η αντίληψις της ολότητος ήτοι ολιστική προσέγγισις κατά την ανάγνωσιν. Επί ταύτης της αρχής βασίζεται η Μορφολογική θεωρία, μια ψυχολογική θεωρία, που ειναι μια θεωρια του νου και του εγκεφαλου, και προτεινει ότι η επιχειρησιακη αρχη του εγκεφαλου ειναι ολιστικη, παραλληλα, και το αναλογικο, με αυτοπεποιθηση διοργανωση τασεις ή, οτι το συνολο ειναι διαφορετικο απο το αθροισμα των μερων του. Δεν χρειάζεται απαραιτήτως η γράμμα προς γράμμα γνώσις της λέξεως για να αναγνωσθεί επιτυχώς, για να αποκωδικοποιηθεί, αλλά η ολιστική εκμάθησις της λέξεως.
Ως εκ τούτου, η λέξις πχ θυμώνω δεν μανθάνεται πια εκ του θ- υ -μ -ώ -ν- ω καθ' έκαστα, αλλά δύναται και μόνον επί του θ, του μ και του ν να γίνει αντιληπτή και να ανα-γνωσθεί έτσι ορθώς η λέξις αυτή. Τούτο δε γίνεται σαφέστερον και ωφελιμώτερον επί των πασχοντων "λεκτικήν τύφλωσιν" ήτοι δυσλεξίαν, μιαν σύγχρονον μάστιγα εις την εκπαίδευσιν. Το δυσλεκτικόν παιδί καλούμενον να μάθει λ.χ. εις την Γραμματικήν τα ρήματα εις -ώνω, οιον δηλώνω, θυμώνω κοκ. αδυνατεί κατ' αυτόν τον τρόπον να τα μάθει, όπως τα άλλα παιδια. Έτσι, δεον να μάθει ουχί το μέρος αντί του όλου (πχ θυμώνω < θυμ - + -ώνω), αλλά το όλον αντί του μερους (π.χ.θυμώνω καθ' όλον). Και τουτο θα επιτευχθει με την κατασκευη ψευδορρηματων εις -ωνω (*σμπωνω, *τρωνω κοκ), ώστε βάσει αυτών θα αναγνωρισθούν επιτυχώς τα ρήματα εις -ώνω. Συνεπώς, χρειάζεται η γνώσις αυτή η γενική και η μέθοδος ώστε να αποφαινόμεθα ότι μιαν λέξιν την κατανοώ για να την διαβάσω και την διαβάζω για να την κατανοήσω.
Γράφει ο Γλωσσολόγος Μένιους.
Μπορείτε να τον βρείτε εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου