Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Η ρητορική ως μέσον πολιτικής πειθούς αποκρύπτει την αλήθεια

Ένας από τους λόγους που οδήγησαν τον Σωκράτη στο δικαστήριο και εν τέλει στο να πιει το κώνειον ήταν η αντιπαράθεσή του με τους ρήτορες. Ως μαθητής του, λοιπόν, ο Πλάτων συμπεριέλαβε στις πραγματείες του τη ρητορική. Σε δυο λόγους ο φιλόσοφος ασχολήθηκε με τη ρητορική, στον Φαίδρο και στον Γοργία. Αμφότεροι οι διάλογοι ενέχουν κριτική κατά της ρητορικής και των ρητόρων. Ενώ όμως στον Γοργία η ρητορική απορρίπτεται εντελώς σαν τέχνη, στον Φαίδρο (έργο μεταγενέστερο) ο Πλάτων δείχνει να υποχωρεί: δέχεται τη ρητορική σαν τέχνη, κάτω όμως από ορισμένες συνθήκες, και προσπαθεί να τη συμβιβάσει με τη φιλοσοφία και με τη διαλεκτική μέθοδο.


 Η διαλεκτική είναι η μέθοδος με την οποία επιχειρεί ο Σωκράτης να προσεγγίσει το αληθές. Για να αναλυθεί μια έννοια (π.χ. αρετή), πρέπει πρώτα να οριστεί επακριβώς. Έτσι, ο Σωκράτης ζητεί από τον Γοργία στην αρχή του ομώνυμου διαλόγου να ορίσει την ρητορική βάσει του αντικειμένου της, καθώς, όπως λέγει, δεν υπάρχει τέχνη άνευ γνωστικού αντικειμένου. Ο Γοργίας ορίζει τη ρητορική ως τέχνη ασχολουμένη με την ικανότητα της πειθούς επί των ζητημάτων δικαιοσύνης ή πολιτικής. Ο Σωκράτης, όμως, θέτει τον ορισμό αυτόν υπό αμφισβήτηση. Κατ’ αυτόν η ρητορική δεν αποτελεί τέχνη, ακριβώς επειδή δεν έχει ένα σαφές γνωστικό αντικείμενο. 

Η άποψη του Σωκράτους βασίζεται στα εξής επιχειρήματα: ότι δυο τινά είναι χαρακτηριστικά ως κίνητρα των ανθρωπίνων ενεργειών, η ηδονή και το αγαθόν, η ευχαρίστηση δηλαδή του ανθρώπου που είναι προσωρινή, και το καλό και το ωφέλιμο που διαρκεί περισσότερο. Συνεπώς, το αγαθόν πρέπει να επιδιώκεται από τον άνθρωπο, ακόμα κι αν είναι να στερηθεί προσωρινά την ηδονή. Ανάλογα με το σκοπό που εξυπηρετούν οι τέχνες διαχωρίζονται σε πραγματικές τέχνες και σε πλαστές, κολακευτικές. Οι μεν στηρίζονται σε αληθινή, σε επιστήμη και επιδιώκουν να ωφελήσουν πραγματικά τον άνθρωπο, οι δε στηρίζονται στην εμπειρία και όχι στην γνώση, στην επιστήμη, δεν έχουν σκοπό να ωφελήσουν τον άνθρωπο, αλλά απλώς να τον κολακεύσουν και να τον τέρψουν για λίγο. Σ’ αυτήν την δεύτερη κατηγορία ανήκει και η ρητορική. Κάθε κολακευτική τέχνη επιδιώκει να αντικαταστήσει μιαν άλλη τέχνη αληθινή. Προσπαθεί δηλαδή να πείσει τους ανθρώπους ότι τους προσφέρει τις ωφέλειες που στην ουσία τους παρέχει η άλλη τέχνη, με μεγάλη επιτυχία μάλιστα καθώς απευθύνεται στην ηδονή, στην οποία βασίζονται πολλοί των ανθρώπων. 

Η ρητορική προσπαθεί να αντικαταστήσει την δικαιοσύνη στη θεραπεία της ψυχής, όπως ακριβώς η μαγειρική επιδιώκει να αντικαταστήσει την ιατρική στη θεραπεία του σώματος. Συγκεκριμένα, η μαγειρική ισχυρίζεται ότι προσφέρει τροφές ωφέλιμες, ενώ τα εδέσματά της είναι απλώς νόστιμα. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τη ρητορική. Οι ρήτορες λέγουν ότι θέλουν να ωφελήσουν τον κόσμο, στην ουσία όμως θέλουν μόνον να τον ευχαριστήσουν. Στα δικαστήρια λ.χ. προσπαθούν να απαλλάξουν τους πελάτες τους από την ποινή, έστω κι αν αυτοί είναι άδικοι (κάτι που δεν έκανε ο Σωκράτης για τον εαυτό του). Αυτό όμως είναι για τον Σωκράτη λάθος, γιατί η αδικία και η ακολασία είναι νοσηρές ψυχικές καταστάσεις. Θα πρέπει δηλαδή κανείς, για να ωφεληθεί ψυχικά, να δεχτεί να τιμωρηθεί - αν είναι άδικος –ή και να το επιδιώκει ακόμα, γιατί η τιμωρία είναι ένας τρόπος σωφρονισμού της ψυχής. 

Αν πάλι η ψυχή κάποιου δεν μπορεί να θεραπευτεί από την αδικία, η τιμωρία του πάλι θα χρειαστεί για να λειτουργήσει ως μέσο παραδειγματισμού. Για τον Σωκράτη το να σώσεις τη ζωή ενός ανθρώπου δεν είναι κατ’ ανάγκην ωφέλιμο πάντα, όταν αυτός είναι ασθενής στην ψυχή ή στο σώμα, γιατί η παράταση της ζωής του πιθανότητα συνεπάγεται παράταση και της ασθένειάς του. 

Ο Σωκράτης θεωρεί τη ρητορική όχι τέχνη αλλά εμπειρία, τουτέστι την εμπειρική γνώση των διαφόρων ρητορικών τεχνασμάτων. Με αυτά τα τεχνάσματα προσπαθεί ο ρήτωρ να πείσει το ακροατήριό του και όχι κοινοποιώντας του το αληθές. Αυτό συμβαίνει αφενός επειδή δεν προφταίνει στα στενά χρονικά πλαίσια μια συνεδριάσεως να αναλύσει ενδελεχώς τις έννοιες του δικαίου και του αδίκου, αφετέρου επειδή μπορεί να θέλει να εξαπατήσει το κοινό του, οπότε να μην τον συμφέρει να πει την αλήθεια. Ένας από τους συνομιλητές του Σωκράτους στον Γοργία, ο Καλλικλής, αντιδρά σε αυτές τις απλουστευμένες κρίσεις για τη ρητορική. Πιστεύει ότι πράγματι κάποιοι ρήτορες ενεργούν σαν κόλακες του όχλου, με σκοπό να ικανοποιήσουν το ίδιον όφελος, αλλά υπάρχουν και άλλοι που ενδιαφέρονται να διαπαιδαγωγήσουν το πλήθος και να τον βελτιώσουν ηθικώς. Στους τελευταίους, τους καλούς ρήτορες, κατατάσσει τους μεγάλους πολιτικούς του αθηναϊκού παρελθόντος, π.χ. τον Θεμιστοκλή, τον Μιλτιάδη και τον Περικλή. Ωστόσο ούτε αυτούς παραδέχεται ο Σωκράτης. 

Ο Γοργίας ισχυρίζεται ότι στους μαθητές του διδάσκει το δίκαιο. Αν όμως κάποιος που σπούδασε ρητορική φέρεται αδίκως στην συνέχεια στο δάσκαλό του ή σε άλλους ανθρώπους, τότε δεν μπορεί να έχει διδαχτεί πραγματικά το δίκαιο. Ως κάτι το αντίθετο με τη ρητορική ο Σωκράτης προβάλλει τη δική του μέθοδο, τη διαλεκτική, που τη μεταχειρίζεται στην προσπάθειά του να προσεγγίσει το αληθές. 

Η διαλεκτική στηρίζεται στο διάλογο, ενώ στη ρητορική κυριαρχεί κατά πολύ ο μονόλογος, ωστόσο η διαφορά των δυο αυτών μεθόδων δεν περιορίζεται μόνο στην οργάνωση του λόγου. Η διαλεκτική του Σωκράτους στοχεύει στην αναζήτηση και εύρεση του αληθούς, ενώ η ρητορική κατατείνει στο να πείσει για μια άποψη, παραμελώντας για το ορθόν αυτής της άποψης.

Γράφει ο Γλωσσολόγος Μένιους!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου